Όλοι του κόσμου οι οχθροί
εγίνανε ομάδι,
και πολεμούν τον Έλληνα
μα θα βρεθούν στον Άδη.
Μα δε φοβάται ο Έλληνας
το πως θα μπει στη μάχη,
για ασπίδα την σημαία του
ματοβαμένη θα ‘χει.
εγίνανε ομάδι,
και πολεμούν τον Έλληνα
μα θα βρεθούν στον Άδη.
Για δε φοβάται ο Έλληνας
μήδε και δε δειλιάζει,
πολέμους έκανε πολλούς
ακόμα η γης στενάζει.
μήδε και δε δειλιάζει,
πολέμους έκανε πολλούς
ακόμα η γης στενάζει.
το πως θα μπει στη μάχη,
για ασπίδα την σημαία του
ματοβαμένη θα ‘χει.
Μ’ ασπίδα την σημαία του
και μ’ όπλο την ψυχή του,
με ενός θεριού ανήμερου
μοιάζει η δύναμη του.
και μ’ όπλο την ψυχή του,
με ενός θεριού ανήμερου
μοιάζει η δύναμη του.
Κι ανέ ποθάνει το κορμί
στσι λευτεριάς την μάχη,
έχω ψυχή αθάνατη
που πάντα θα υπάρχει.
στσι λευτεριάς την μάχη,
έχω ψυχή αθάνατη
που πάντα θα υπάρχει.
Στην Ιστορία γράφτηκε
και ξακουστό ‘χει γίνει,
και ξακουστό ‘χει γίνει,
πως των Ελλήνων η ψυχή
Αθάνατη θα μείνει.